Πέμπτη 7 Αυγούστου 2014

Μέθοδος Στανισλάβσκι ή Σύστημα Στανισλάβσκι;

Αν και πολλοί συγχέουν τους δύο θεατρικούς όρους, η Μέθοδος Στανισλάβσκι διαφέρει από το Σύστημα Στανισλάβσκι. Για την ακρίβεια μάλιστα, η Μέθοδος Στανισλάβσκι υποστηρίχηκε περισσότερο από τον Λι Στράσμπεργκ, ο οποίος την εμπνεύστηκε από τον Στανισλάβσκι.
Και οι δύο τρόποι χτισίματος ενός ρόλου από τον ηθοποιό στηρίζονται πάνω στην ιδέα της συναισθηματικής μνήμης, που δανείστηκε ο Constantin Stanislavski στις αρχές του 20ού αιώνα από τον Γάλλο ψυχολόγο Théodule-Armand Ribot (1839-1916).

Συναισθηματική Μνήμη και Σωματική Δράση

Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Κονσταντίν Στανισλάφσκι χρησιμοποίησε τη μέθοδο άντλησης συναισθηματικών εμπειριών μόνο 6 χρόνια, από το 1911 μέχρι το 1916. Αργότερα, μεταξύ 1934 και 1938 ο Στανισλάβσκι τροποποίησε τη μέθοδο, αναπτύσσοντας το Σύστημα Στανισλάβσκι, το οποίο ουσιαστικά ανατρέπει τη Μέθοδο Στανισλάφσκι. Αντί ο ηθοποιός να θυμάται τα συναισθήματά του και βάσει αυτών να λειτουργεί στο ρόλο του πάνω στη σκηνή, κάνει ακριβώς το αντίθετο: παίρνει ως αφετηρία τις σωματικές δράσεις που εκδηλώνει κάποιος όταν βιώνει τα συγκεκριμένα συναισθήματα και χρησιμοποιώντας τα σωματικά, καταλήγει να αποδώσει τα ανάλογα συναισθήματα.
Κάτι που είναι πολύ πιθανό να επηρέασε τον Στανισλάβσκι και να τον οδήγησε να αναθεωρήσει τον τρόπο διδασκαλίας των ηθοποιών που βασιζόταν στη συναισθηματική μνήμη ήταν ένα μάλλον δυσάρεστο γεγονός. Ο προστατευόμενός του ηθοποιός Μιχαήλ Τσέχοφ, καθώς πειραματιζόταν με τη συναισθηματική μνήμη, έπαθε νευρικό κλονισμό.
Η πείρα είχε δείξει ότι αν ο ηθοποιός βιώνει στην πραγματικότητα τα συναισθήματα τα οποία καλείται να υποδυθεί, τότε το παιχνίδι είναι χαμένο. Κατ’ αρχήν, μόνο ελάχιστες φορές στη ζωή ενός ηθοποιού μπορεί να επιτευχθεί μια τέτοια ταύτιση. Κι ύστερα, ο ηθοποιός πάνω στη σκηνή πρέπει να έχει τον έλεγχο της κατάστασης, για να μπορεί να αποδώσει το στόχο του ρόλου σε κάθε σκηνή. Έτσι ο Στανισλάβσκι κατέληξε στη μέθοδο της φυσικής δράσης. Σύμφωνα με αυτό το σύστημα, το Σύστημα Στανισλάβσκι, ο ηθοποιός εκτελεί μια σειρά κινήσεων μέσα από τις οποίες προκύπτει το συναίσθημα. Για παράδειγμα, αρχίζει να τραντάζει το σώμα του για να αποδώσει το λυγμό και αυτό είναι η αφετηρία του συναισθήματος πίσω από το λυγμό.

Το Μαγικό «Αν» ως γέφυρα ανάμεσα στην αλήθεια της ζωής και στη σκηνική αλήθεια

Παρ’ ότι η Μέθοδος Στανισλάφσκι, που υποστήριξε ο Στράσμπεργκ, όσο και το Σύστημα Στανισλάβσκι έχουν ως στόχο το σκηνικό ρεαλισμό, οι δύο σχολές υποκριτικής διδασκαλίας ακολουθούν αντίστροφα μονοπάτια. Για να επιτύχει το αληθινό παίξιμο, ο Στανισλάβσκι ενέταξε το στοιχείο της υπόθεσης, το «μαγικό αν». Ο ηθοποιός πρέπει να πει «Αν ήμουνα στη θέση του ρόλου, πώς θα ένιωθα;» Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να δώσει αληθοφάνεια στο παίξιμό του, χωρίς όμως να επιδιώκει να ταυτιστεί ο ίδιος με την προσωπικότητα του ρόλου που υποδύεται.
Αντίθετα, σύμφωνα με τη Μέθοδο Στανισλάβσκι, που ακολούθησε ο Στράσμπεργκ, ο ηθοποιός λέει: «Τι είναι αυτό που θα έκανε εμένα να νιώσω και να φερθώ όπως ο ήρωας που υποδύομαι;»
Ωστόσο, παρ’ όλο που ο διευθυντής του Κρατικού Θεάτρου Μόσχας εγκατέλειψε από νωρίς την αρχική μέθοδό του, κάποιοι σημαντικοί Αμερικανοί ηθοποιοί και σκηνοθέτες όπως ο Λι Στράσμπεργκ και ο Ελία Καζάν εφάρμοσαν αυτή την τεχνική όπως την είχαν αρχικά διδαχτεί, κάνοντάς την την επικρατούσα τάση στο θεατρικό γίγνεσθαι της Νέας Υόρκης του ’30 και του ’40 μέσα από τη Σχολή Actors Studio.
www.mytheatro.gr
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...