Παρασκευή 3 Οκτωβρίου 2014

Επάγγελμα Ηθοποιός. Τι σημαίνει να είσαι ηθοποιός στην Ελλάδα του 2014;

Η επαγγελματική ενασχόληση με την τέχνη δεν είναι εύκολη υπόθεση. Η δημιουργικότητα και η έλλειψη εργασιακής ρουτίνας αναμετριούνται με την -εργασιακή και οικονομική- ανασφάλεια, σε μια αμφίρροπη μάχη που απαιτεί γερό στομάχι και, συνήθως, εναλλακτικές πηγές βιοπορισμού. Ειδικά για το επάγγελμα του ηθοποιού, αν υποθέσουμε ότι μέχρι προσφάτως μπορεί να επικρατούσε η εσφαλμένη εντύπωση ότι σύσσωμος ο κλάδος απολάμβανε τις πλουσιοπάροχες αμοιβές που στην πραγματικότητα αφορούσαν μία «χρυσή» μειοψηφία, ολοένα και συχνότερα πλέον η κυνική πραγματικότητα αποκαλύπτεται μπρος στα μάτια μας. 

Η πρόσφατη περίπτωση των «Θεσμοφοριαζουσών», όπου τα μέλη του χορού -αλλά και ο συνθέτης της παράστασης Διονύσης Τσακνής- κατηγόρησαν τον επιχειρηματία Θ. Κιρκινέζο για αθέτηση της οικονομικής τους συμφωνίας (και που, για τα μέλη του Χορού, θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί χαρτζιλίκι παρά μισθός) δυστυχώς δεν είναι ένα μεμονωμένο παράδειγμα ή μια «ατυχής» μειοψηφία. Περιπτώσεις μη καταβολής των αμοιβών -ή μόνο ύστερα από ριζικές κινήσεις εκ μέρους των θιγόμενων- ακόμη και σε υπερεπιτυχημένα τηλεοπτικά σίριαλ, όπως το «Νησί» ή οι «Βασιλιάδες», απλήρωτες πρόβες ή ακυρώσεις παραστάσεων που αφήνουν απλήρωτους τους συντελεστές τείνουν να γίνουν κοινός τόπος και να επιβεβαιώσουν στην κυριολεξία τον ευφημισμό πως ο καλλιτέχνης ζει με το χειροκρότημα.


Δημήτρης Παλαιοχωρίτης, Πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών (αριστερά) & Μάνια Παπαδημητρίου, ηθοποιός και βουλευτής επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ (δεξιά).
Βασικότατο παράγοντα στην καταβαράθρωση των εργασιακών δικαιωμάτων των ηθοποιών αποτέλεσε η κατάργηση της Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, που διασφάλιζε τους όρους συνεργασίας ηθοποιού-θιασάρχη. Σύμφωνα με τον Πρόεδρο του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών κ. Δημήτρη Παλαιοχωρίτη, «η κατηργημένη συλλογική σύμβαση εργασίας είχε την υπογραφή του εκάστοτε υπουργού, δημοσιευόταν σε ΦΕΚ και είχε ισχύ νόμου. Άρα στις περιπτώσεις που καταστρατηγούνταν, μπορούσε είτε το ΣΕΗ είτε ο ηθοποιός ατομικά να κάνουν προσφυγή - και συνήθως δικαιώνονταν. 

Εδώ και δύο χρόνια με μνημονιακό νόμο, η συλλογική σύμβαση εργασίας δεν είναι υποχρεωτική και, κυρίως, δεν περιλαμβάνει υπουργική υπογραφή· άρα δεν έχει πανελλαδική αξία. Πλέον, αν υπογραφεί κάποια σύμβαση, πρόκειται απλώς για μια διμερή συμφωνία μεταξύ του ΣΕΗ και της Πανελλήνιας Ένωσης Ελεύθερου Θεάτρου, δηλαδή ισχύει μονάχα για τα θέατρα που ανήκουν στην Ένωση, 25 στον αριθμό σε σύνολο περίπου 300! Έτσι, με την κατάργηση της συλλογικής σύμβασης έχει ανοίξει ο δρόμος για καταστρατήγηση όχι μόνο των μισθών, αλλά όλων των κανόνων συνεργασίας, όπως τα ωράρια ή η ασφάλιση. Πλέον, εφαρμόζεται ό,τι συμφέρει περισσότερο σε κάθε επιχειρηματία και επικρατεί ο κανόνας του ισχυρότερου».


Η ηθοποιός, και Βουλευτής Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ, Μάνια Παπαδημητρίου, που μετράει τριάντα χρόνια εμπειρίας στο χώρο, εντοπίζει πως την τελευταία δεκαπενταετία, χρόνο με το χρόνο, «οι ηθοποιοί μετατρέπονται από επαγγελματίες σε χομπίστες. Με τη σταδιακή περικοπή και την κατάργηση των επιχορηγήσεων ήταν οι πρώτοι που επλήγησαν. Καταλήξαμε όχι μόνο να μην μας πληρώνουν, αλλά να μας υποχρεώνουν να πληρώνουμε τους χώρους που παίζουμε· και παραλλήλως να καρπώνονται οι χώροι την ακτινοβολία της παράστασης, αν αυτή είχε επιτυχία! Η μίσθωση των χώρων -ακόμα και κάποιων πρώην επιχορηγούμενων θεάτρων- έχει γίνει πάγια κατάσταση. Για να παίξεις σήμερα, πρώτα υπολογίζεις το κόστος της αίθουσας και μετά όλα τα υπόλοιπα». 

Ο συγκεκριμένος οικονομικός παράγοντας δεν είναι καθόλου αμελητέος, αν αναλογιστεί κανείς πως το ενοίκιο για ένα μήνα παραστάσεων σε αίθουσα εβδομήντα θέσεων μπορεί να φτάσει και τα 4.500-5.000 ευρώ! «Με έναν πρόχειρο υπολογισμό, βρίσκω ότι τα χρήματα που έπρεπε να παίρνουν οι άνθρωποι πηγαίνουν στους χώρους, την υλικοτεχνική υποδομή και την επικοινωνία. Αυτά έχουν κερδίσει το δικαίωμα να προηγούνται των ανθρώπων! 

Είναι βάρβαρο, νεοφιλελεύθερο και απολύτως αντιπαραγωγικό», επισημαίνει με έμφαση η κυρία Παπαδημητρίου. Βέβαια, το κόστος της λειτουργίας των αιθουσών δεν είναι αμελητέο, παραδέχεται: «καθώς δεν υπάρχει πια μέριμνα από την πολιτεία, αναπόφευκτα το βάρος μετακυλίεται στους καλλιτέχνες που μετατρέπονται σε παραγωγούς, που όμως αποκλείεται ποτέ να βγάλουν τα λεφτά τους».


Τα παραδείγματα για τα κακώς κείμενα είναι πολλά, όπως η περίπτωση της αδικαιολόγητης αύξησης ενοικίου λίγο πριν από μία πρεμιέρα, με αποτέλεσμα οι παραστάσεις να ακυρωθούν και οι ηθοποιοί, που επί μήνες στις πρόβες έβαζαν το χέρι στην τσέπη, να μείνουν απλήρωτοι. «Και, μάλιστα, σε ένα από τα πιο "ποιοτικά" θέατρα της Αθήνας!», τονίζει η κυρία Παπαδημητρίου.

Η εικόνα της επικρατούσας κατάστασης σαφώς βαραίνει τους ισχυρότερους, αλλά σύμφωνα με την ίδια δεν απαλλάσσει τους καλλιτέχνες από τις ευθύνες τους: «Δεν υπάρχει κανένας βαθμός ουσιαστικής συσπείρωσης. Ίσως μόνο τα τελευταία δύο χρόνια να άλλαξε κάτι. Αυτό εκμεταλλεύεται και το σύστημα και μας χρησιμοποιεί ως βιτρίνα που την πληρώνει πάρα πολύ φτηνά». 

Από την άλλη, η τύχη δεν φαίνεται να βοηθάει τους τολμηρότερους: «Όποιος μιλήσει εξορίζεται δια παντός από κάθε πιάτσα! Υπήρξαν άνθρωποι που πετάχτηκαν έξω από το λεγόμενο "σαλόνι" του θεάτρου μόνο και μόνο γιατί τόλμησαν να ζητήσουν τρίμηνο συμβόλαιο (όπως έλεγε δηλαδή η συλλογική σύμβαση) ή δεν εύρισκαν δουλειά για χρόνια με την απλή "ρετσινιά" Συνδικαλιστής! Λες και άμα είσαι καλλιτέχνης, δεν μπορείς να είσαι και συνδικαλιστής».


Ο Βασίλης Μπισμπίκης και ο Παναγιώτης Σούλης, έχοντας έρθει αντιμέτωποι με την παγιωμένη κατάσταση ενοικίασης χώρων με παράλογες, πολλές φορές, απαιτήσεις, πήραν το ρίσκο της δημιουργίας της δικής τους στέγης και δημιούργησαν τον τεχνοχώρο Cartel, που διανύει φέτος τον τρίτο χρόνο λειτουργίας του. «Η κοινωνικοπολιτική κατάσταση της χώρας συνετέλεσε στο να ανεξαρτητοποιηθούμε και να εκφραστούμε σε ένα δικό μας χώρο για όσα συμβαίνουν γύρω μας», μας είπαν. «Παράλληλα, ο χώρος αυτός φτιάχτηκε για να δώσει βήμα και σε νέες ομάδες. Ο πυρήνας που ξεκίνησε από τους τρεις ηθοποιούς (σ.σ. και τη Φαίη Τζήμα) έχει μεγαλώσει και ο στόχος μας είναι να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο, ώστε να δημιουργηθεί μια ομάδα με κοινό καλλιτεχνικό κώδικα και όλοι οι καλλιτέχνες που συνεργάζονται με το Cartel να λειτουργούν ισότιμα σαν κολεκτίβα.
Ο Τεχνοχώρος Cartel, αποτέλεσμα της συνεργασίας του Βασίλη Μπισμπίκη με τον Παναγιώτη Σούλη.

Φέτος ετοιμάζουμε τον "Πλατόνωφ" (σ.σ. σκηνοθεσία Ένκε Φεζολλάρι), όπου θα συμμετέχουν έντεκα ηθοποιοί και πολλοί συντελεστές και όλοι θα πληρωθούν με το ίδιο ποσοστό. Μετά από δύο χρόνια, έχοντας αποκτήσει την εμπειρία της λειτουργίας του χώρου και του ότι μπορούμε να εκφραζόμαστε χωρίς να εξαρτόμαστε από κανένα, το να είμαστε "σκέτο" ηθοποιοί είναι για μας παρελθόν. Συνεχίζουμε, παρ' όλ' αυτά, να κάνουμε δουλειές και εκτός Cartel γιατί με αυτές ζούμε· το Cartel αυτή τη στιγμή συντηρεί μόνο τον εαυτό του».


Είναι άξιο απορίας, λοιπόν, στην Αθήνα των εκατοντάδων παραστάσεων -εξαιρώντας τα κρατικά θέατρα που, κατά την επισήμανση του κύριου Παλαιοχωρίτη, έχουν ξεχωριστές συλλογικές συμβάσεις με τους υπαλλήλους τους και παρέχουν ακόμη αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας- πόσες καταφέρνουν να ζουν τους συντελεστές τους; Ή πώς διαμορφώνεται η φύση της συνεργασίας παραγωγού-καλλιτεχνών αυτή τη δύσκολη εποχή; Αποτελούν, άραγε, τους δύο αντίπαλους πόλους του μοντέλου «καλλιτεχνία versus επιχειρηματικότητας»; 

Ο Γιώργος Λυκιαρδόπουλος της Λυκόφως ΑΜΚΕ δεν είναι τόσο απόλυτος: «σίγουρα η εμπορική απήχηση είναι ζωτικής σημασίας αλλά εξίσου σημαντικό είναι να γίνονται καλές δουλειές που πηγαίνουν το θέατρο και τους θεατές μπροστά. Προσωπικά, μόνο λίγες φορές έχω καταφέρει να συνδυάσω με επιτυχία και τα δύο και αυτές είναι οι δουλειές που με κάνουν και πιο περήφανο. Όσο όμως δεν υπάρχουν επιχορηγήσεις, ώστε να στηρίξουν την καλλιτεχνική θεατρική αγορά και τους νέους ανθρώπους, η πολυτέλεια του να ρισκάρεις τέτοιες δουλειές μειώνεται δραματικά...» 

Ειδικά σήμερα, ο παραγωγός χρειάζεται να χειρίζεται άριστα τις δημόσιες σχέσεις, να διαθέτει καλό θεατρικό ένστικτο αλλά και έσοδα από άλλες πηγές, καθώς «οι συνθήκες της αγοράς είναι εξαιρετικά δύσκολες, το κοινό όλο και πιο απαιτητικό λόγω της περιορισμένης αγοραστικής του δύναμης, οι παραστάσεις όλο και περισσότερες, ενώ οι τιμές των εισιτηρίων μειώνουν επικίνδυνα τα έσοδα». 


Οδεύουμε, λοιπόν, προς μία ολοκληρωτική θεατρική συντριβή; Ίσως μόνο σε μία αλλαγή των όρων συνεργασίας, κατά τον ίδιο: «Ένα από τα καλά που έχει φέρει αυτή η δυσκολία είναι η πολυσυμμετοχικότητα μιας παραγωγής, όπου οι συντελεστές συχνά συμμετέχουν με ποσοστά, αμβλύνοντας έτσι το ρίσκο του παραγωγού, αλλά και με μεγαλύτερες απολαβές για τους ίδιους, εάν οι παραστάσεις έχουν εμπορική επιτυχία. Η δυναμική της σχέσης αλλάζει καθώς πρόκειται για συν-παραγωγούς και αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, και μια πιο υγιής σχέση για τις εποχές που βιώνουμε».

Ακόμη κι αν το μοντέλο συνεργασίας αλλάξει προς την ιδανικότερη μορφή αυτού που περιγράφει ο Γιώργος Λυκιαρδόπουλος, ένα είναι το σίγουρο. Η κατάσταση δεν πρόκειται να βελτιωθεί όσο η κρίση βαθαίνει και τα εργασιακά δικαιώματα καταπατώνται απροκάλυπτα, πολλές φορές με τις ευλογίες της πολιτείας· όσο έννοιες όπως «τέχνη» και «θέατρο» αντιμετωπίζονται από το κράτος είτε ως μία περιττή πολυτέλεια είτε ως εργαλείο πολιτικών φιλοδοξιών· όσο επικρατεί η, αφελής το λιγότερο, φιλελεύθερη ιδέα -που βάζει στο ζύγι την τέχνη με μόνο κριτήριο την εμπορικότητα- ότι οι κρατικές επιχορηγήσεις είναι περιττές, καθώς όποια παράσταση μπορεί να βγάλει τα έξοδά της αξίζει μια θέση στην πιάτσα. 

Προς το παρόν, αυτό που φαίνεται να έχει γεννηθεί, κατά τη Μάνια Παπαδημητρίου, είναι ένα θέατρο δύο ταχυτήτων: «Αυτό που σήμερα φαίνεται να θέλει η κυρίαρχη τάξη είναι να συγκεντρώνεται η παραγωγή γύρω από συγκεκριμένα κέντρα που μονοπωλούν εδώ και χρόνια, και διεκδικούν να συνεχίσουν να μονοπωλούν, τη διαχείριση της καλλιτεχνικής δημιουργίας και βεβαίως τα κονδύλια που έρχονται από την Ευρώπη. Αυτό οδηγεί μακροπρόθεσμα (αν δεν έχει ήδη οδηγήσει) σ' αυτό που λέμε ιδρυματοποίηση της τέχνης. Απέναντι σ' αυτό, οι καλλιτέχνες που διεκδικούν την εναλλακτικότητα και το δικαίωμα της ελευθερίας διακίνησης των ιδεών χάνουν συνεχώς το ζωτικό τους χώρο».


www.elculture.gr/Τώνια Καράογλου
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...